David Lynch. Episode 4. Where it got... Blue - UrbanOrama.gr
David Lynch. Episode 4. Where it got... Blue

David Lynch. Episode 4. Where it got... Blue

Ανάρτηση: 21 Φεβ 2025

Blue Velvet

Το σενάριο του Blue Velvet πηγαινοερχόταν στα μεγάλα στούντιο από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, χωρίς ποτέ να βρίσκει τον δρόμο προς την πραγματοποίησή του, καθώς η πλοκή και το περιεχόμενό του απήχαν παρασάγγας από το mainstream του Hollywood.

Έχοντας στο ενεργητικό του τον Άνθρωπο Ελέφαντα, ο Lynch συναντήθηκε με τον παραγωγό Richard Roth στον οποίο άρεσε μεν το σενάριο του απραγματοποίητου Ronnie Rocket, ωστόσο ήταν σαφής ότι δεν ήταν κάτι το οποίο θα ήθελε να αναλάβει παραγωγικά, και ζήτησε από τον Lynch να σκεφτεί κάτι άλλο. Ο Lynch αμέσως του περιέγραψε μια ιδέα που είχε από πάντα: κρυμμένος σ’ ένα κοριτσίστικο δωμάτιο το βράδυ, ανακαλύπτει ένα στοιχείο για ένα φόνο. Αμέσως ο Roth ζήτησε ένα treatment, και δύο drafts μετά, το σενάριο της ταινίας, της οποίας η παραγωγή είχε ήδη ανακοινωθεί, ήταν έτοιμο, αλλά όχι η ίδια η ταινία. Εκεί κάνει την εμφάνισή του ο Dino de Laurentis, o οποίος έκανε περικοπές στον μισθό του Lynch, του ζήτησε να δουλέψει με 6.000.000 δολάρια συνολικό budget, και τα υπόλοιπα είναι ιστορία…

Η ταινία ακολουθεί τον Jeffrey Beaumont, έναν φοιτητή που επιστρέφει στη γραφική του γενέτειρα, το Lamberton, μετά το εγκεφαλικό επεισόδιο του πατέρα του. Η περιέργειά του κεντρίζεται όταν ανακαλύπτει ένα κομμένο ανθρώπινο αυτί σε ένα χωράφι. Αυτή η ανακάλυψη τον οδηγεί σε μια σκοτεινή δίνη, αποκαλύπτοντας έναν υπόκοσμο εγκλήματος, βίας και σεξουαλικής διαστροφής που κρύβεται κάτω από την επιφάνεια της φαινομενικά φυσιολογικής του πόλης.

Ο Jeffrey βρίσκει ένα κομμένο ανθρώπινο αυτί σε ένα οικόπεδο. Ανήσυχος από την ανακάλυψη, αποφασίζει να το ερευνήσει, παρά τις προειδοποιήσεις της αστυνομίας. Ο Jeffrey μαθαίνει ότι το αυτί ανήκει στη αγνοούμενη τραγουδίστρια της πίστας, Dorothy Vallens. Παθαίνει εμμονή μαζί της, εισχωρώντας στη ζωή της με τη δικαιολογία του διαχειριστή διαμερισμάτων. Η Dorothy είναι μπλεγμένη με τον σαδιστή και ασταθή Frank Booth, έναν εγκληματία που έχει απαγάγει τον σύζυγο και το παιδί της. Ο Frank υποβάλλει την Dorothy σε σωματική και ψυχολογική κακοποίηση, αναγκάζοντάς την σε μια διεστραμμένη σεξουαλική σχέση. Ο Jeffrey εμπιστεύεται τη Sandy Williams, την κόρη του αστυνομικού που ερευνά το αυτί. Η Sandy ενδιαφέρεται για την υπόθεση και βοηθά τον Jeffrey στην έρευνά του. Ο Jeffrey και η Sandy εμβαθύνουν στο μυστήριο, αποκαλύπτοντας έναν ιστό διακίνησης ναρκωτικών, πορνείας και βίας. Γίνονται μάρτυρες των βασανιστηρίων της Dorothy από τον Frank και αποφασίζουν να τη βοηθήσουν. Καθώς ο Jeffrey εμπλέκεται περισσότερο στην υπόθεση, γοητεύεται από τη σκοτεινή πλευρά της ζωής, αντικατοπτρίζοντας τη σκληρότητα και την εμμονή του Frank με την Dorothy. Αρχίζει να χάνει την αθωότητά του και εμπλέκεται στη βία. Ο Jeffrey αντιμετωπίζει τον Frank σε μια κλιμακούμενη αναμέτρηση, υποκινούμενος από την επιθυμία του να σώσει τη Dorothy και το δικό του διεστραμμένο ενδιαφέρον γι’ αυτήν. Η αντιπαράθεση είναι βίαιη και ανατριχιαστική, αντικατοπτρίζοντας την εξερεύνηση την ταινίας για το σκοτεινό υπόβαθρο της ανθρώπινης φύσης. Μετά την αντιπαράθεση, ο Frank σκοτώνεται και η οικογένεια της Dorothy επανενώνεται. Ο Jeffrey και η Sandy μένουν να παλεύουν με το τραύμα που έχουν βιώσει, με την αθωότητά τους για πάντα χαμένη.

Η ταινία εξερευνά θέματα όπως:

_ Η δυαδικότητα της ανθρώπινης φύσης: Η ταινία αντιπαραβάλλει την ειδυλλιακή επιφάνεια της προαστιακής ζωής με τις σκοτεινές, κρυμμένες επιθυμίες και τη βία που κρύβονται από κάτω.

_ Η απώλεια της αθωότητας: Το ταξίδι του Jeffrey είναι μια ιστορία ενηλικίωσης στην οποία έρχεται αντιμέτωπος με τις σκοτεινότερες πτυχές της ζωής, χάνοντας την αφέλεια και την αθωότητά του στη διαδικασία.

_ Η ηδονοβλεψία: Η ταινία εξερευνά την ηδονοβλεπτική φύση του κοινού, καθώς και την ηδονοβλεψία του Jeffrey καθώς κατασκοπεύει την Dorothy και γίνεται εμμονικός με τη ζωή της.

_ Η σεξουαλική διαστροφή: Η ταινία εμβαθύνει στη σκοτεινή πλευρά της σεξουαλικότητας, απεικονίζοντας σκηνές σεξουαλικής βίας, σαδομαζοχισμού και εκμετάλλευσης.

H ταινία είχε αρχίσει να σχηματίζεται στο κεφάλι του Lynch ήδη από το 1973 και όντως εν τέλει βασίστηκε στην πρώτη εκείνη ιδέα, που όπως είπε στον Laurent Bouzereau του Cineaste το 1987, δεν ήταν παρά μια αίσθηση και το τραγούδι του 1951, και άλλες δύο ιδέες που ακολούθησαν. Η δεύτερη ήταν η εικόνα του κομμένου αυτιού σ’ ένα λιβάδι. Όπως είπε ο ίδιος, έπρεπε να είναι ένα μέρος του σώματος που είναι «άνοιγμα». Το 1986 σε συνέντευξή του στον Nan Robertson και τους New York Times είπε: «Το αυτί βρίσκεται στο κεφάλι και πηγαίνει κατευθείαν στο μυαλό, οπότε φαινόταν ιδανικό». Η τρίτη ιδέα, ή μάλλον καλύτερα, η αίσθηση ήταν αυτή που του προκαλούσε η επανέκδοση του Blue Velvet του Toni Bennet από τον Bobby Vinton. Σύμφωνα, όμως, με τον Roger Ebert (Biting into Blue Velvet, Chicago Sun Times, October 2, 1986) η σκηνή που η Dorothy βρίσκεται γυμνή έξω, βασίζεται σε μια πραγματική παιδική, μα μάλλον τραυματική, εμπειρία του Lynch, όταν ο ίδιος και ο αδερφός του είδαν μια γυμνή γυναίκα να περπατάει νύχτα στη γειτονιά τους, πράγμα που έκανε τον μικρό David να κλάψει και να μην το ξεχάσει ποτέ.

Τον πρωταγωνιστικό ρόλο παίζει ο Kyle McLachlan, μόνιμος περίπου συνεργάτης του Lynch και, κατά πολλούς, το alter ego του, ιδέα που βασίζεται στην κατά πολλούς φυσική ομοιότητα και ενδυναμώνεται (κατά τους ίδιους) από τον ρόλο που ο Lynch κράτησε για τον εαυτό του στο prequel του Twin Peaks, Fire walk with me. Ο ίδιος ο Lynch έχει πει για τον McLachlan: «Ο Kyle παίζει αθώους με ένα ενδιαφέρον για τα μυστήρια της ζωής. Είναι ο τύπος που εμπιστεύεσαι αρκετά για να τον ακολουθήσεις σ’ έναν παράξενο κόσμο.

Για τον ρόλο της Dorothy αρχική επιλογή ήταν η Helen Mirren, αλλά όταν συνάντησε τη Rossellini, ο Lynch της πρόσφερε τον ρόλο. Όπως έχει πει η ίδια, όταν την είδε ο Lynch, της είπε: «Θα μπορούσες να είσαι η κόρη της Ingrid Bergman» οπότε και ένας κοινός φίλος τού είπε: «Είναι η κόρη της Ingrid Bergman».

Ο Dennis Hopper ήταν ήδη σταρ, και αφού ο ρόλος απορρίφθηκε από τους Harry Dean Stanton και Steven Berkoff, έγινε ενθουσιωδώς αποδεκτός από τον Hopper που αναφώνησε: «ΠΡΕΠΕΙ να παίξω τον Frank!!! ΕΙΜΑΙ ο Frank!!!». Ρόλο στην ταινία αρνήθηκε μετά μεταμέλειας και ο Val Kilmer και η Molly Ringwald προς όφελος της Laura Dern.

Στο Blue Velvet αρχίζει όχι να διαμορφώνεται αλλά ίσως να αποκρυσταλλώνεται ο κόσμος του Lynch, αυτός δηλαδή που αρχίζει να γεννιέται στο Eraserhead. Ίσως το Blue Velvet να αποτελεί τη γέφυρα προς το μετέπειτα έργο του, όχι με την έννοια της μετάβασης αλλά του milestone. To Sight and Sound, οι Times και το Entertainment Weekly, αλλά και το BBC Magazine το τοποθέτησαν στις σπουδαιότερες αμερικανικές ταινίες όλων των εποχών, ενώ το 2008, το American Film Institute το συμπεριέλαβε στις 10 σπουδαιότερες αμερικανικές ταινίες μυστηρίου. Πρόκειται όμως για ταινία μυστηρίου; Τέτοιου είδους κατηγοριοποιήσεις είναι, ειδικά για τον Lynch, εντελώς απαγορευτικές. Σίγουρα το Blue Velvet εγκαθιδρύει την «λοξή οπτική» του («askew vision», Johnson J., Pervert In the Pulpit: Morality in the works of David Lynch, McFarland and Co, pp. 38-39, 2004). Σίγουρα υπάρχουν επιρροές από το noir και όχι μόνο. Η περιέργεια που οδηγεί στην έρευνα και καταλήγει σ’ ένα voyerism, σ’ ένα σκοτεινό underbelly, γεμάτο μυστικά και έγκλημα είναι μοτίβα που κάνουν αναφορές στο Psycho του Hitchkock. Θα μπορούσε κανείς να διακρίνει επιρροές του Poe, του James, του Night of the Hunter, ακόμη και του οιδιπόδειου μύθου μια που ο Jeffrey αναγεννιέται στην αντίληψή του για το σκοτάδι του κόσμου μέσω της «μητέρας» Dorothy και του «πατέρα» Frank.

Και οπτικά εντοπίζονται πολλά από τα επαναλαμβανόμενα συμβολιστικά μοτίβα του Lynch: οι κουρτίνες-παραπετάσματα σ’ έναν άλλο κόσμο, τα έντομα-σήψη, αντίστιξη σε έναν τέλειο, όμορφο κόσμο με άψογους λευκούς φράκτες, οι κοκκινολαίμηδες που, τρώγοντας τα έντομα, θα σώσουν τον κόσμο.

Είναι σαφής η σημασία του ομότιτλου τραγουδιού. Συνολικά, όμως, το soundtrack της ταινίας επιμελήθηκε ο Angelo Bandalamenti που κάνει και ένα cameo στο show club που τραγουδάει η Dorothy ως πιανίστας. Εκτός από το Blue Velvet, σημαντικό στο soundtrack είναι και το «In dreams» του Roy Orbison, Και τα δύο χρησιμοποιούνται σε αντίστιξη με τα ορχηστρικά κομμάτια. Στα γυρίσματα, για να δημιουργήσει τη σωστή ατμόσφαιρα, ο Lynch ζήτησε να ακούγεται συνεχώς από τα ηχεία Shostakovich, συνθέτης που άκουγε εμμονικά όσο έγραφε το σενάριο. Αρχικά ο Lynch ήθελε το Song to the Siren των This Mortal Coil για τη σκηνή του χορού της Sandy και του Jeffrey, αλλά δεν κατάφερε να πάρει τα δικαιώματα (Aston Martin, The Guardian, November 18, 2011). Η ομάδα του ήχου ασφαλώς συμπεριλάμβανε και πάλι τοn Alan Splet.

Η αίσθηση («feeling») του Lynch του 1973, αυτή που γέννησε την πρώτη ιδέα της ταινίας, ίσως πλέον αναπαράγεται μέσα σε όλους τους θεατές της κάθε φορά που ακούν το τραγούδι. Φοράς τα ακουστικά σου, σ’ ένα ξέφωτο ενός μικρού δάσους, λίγο παραπέρα από ένα ήσυχο προάστιο, ξαπλώνεις δίπλα σε μια μυρμηγκοφωλιά. Τα υπόλοιπα είναι τάχα δουλειά του Bobby Vinton... Όλοι ξέρουμε, όμως, ποιανού στα αλήθεια είναι δουλειά.

Back to top