Είναι Αύγουστος του 1957 και ο κόσμος λαμβάνει την πρώτη αστρονομική εικόνα από το μεγαλύτερο τηλεκατευθυνόμενο τηλεσκόπιο στον κόσμο, στο Jodrell Bank της Αγγλίας. Στις ΗΠΑ, ενώ το κογκρέσο ψηφίζει τον νόμο περί πολιτικών δικαιωμάτων, το κόμικ «Andy Capp» κάνει το ντεμπούτο του και στη Νεβάδα πραγματοποιείται πυρηνική δοκιμή. Στην άλλη πλευρά, η ΕΣΣΔ προσφέρει οικονομική και στρατιωτική βοήθεια στη Συρία και δοκιμάζει με επιτυχία τον πρώτο διηπειρωτικό βαλλιστικό πύραυλο στον κόσμο, R-7, ο οποίος πετάει πάνω από 6.000 χλμ. Ο Elvis Presley σκανδαλίζει με τους γοφούς του στο Jailhouse Rock και ο Pat Boone στέλνει Love Letters in the Sand. Τα ραδιοφωνάκια όμως στα καφενεία του Κολωνού παίζουν Πόλυ Πάνου και Ζαμπέτα, όπως και τα μικροσκοπικά τρανζίστορ στα παράθυρα των μπάνιων που ξυρίζονται οι άντρες. Άντρες εργατικοί, ταλαιπωρημένοι, βιοπαλαιστές, μα πάνω απ’ όλα, άντρες που πρέπει να φέρονται ως τέτοιοι.
Είναι 14 Αυγούστου, όταν στις γειτονιές του Κολωνού ξεχύνεται η είδηση πως ο 45χρονος Δημήτρης Πεπές βρέθηκε νεκρός, μέσα σε μια λίμνη αίματος στο υπνοδωμάτιο του κλειδωμένου σπιτιού του. Το ειδεχθές έγκλημα αντικαθιστά σύντομα στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων τον καύσωνα που ταλαιπωρεί την Αθήνα. Ο Πεπές, σιδηροδρομικός υπάλληλος, οικογενειάρχης και πατέρας ενός ανήλικου παιδιού, βρίσκεται στην Αθήνα μόνος του, καθώς η γυναίκα και το παιδί του βρίσκονται διακοπές στο χωριό. Ο Πεπές σκοπεύει να ακολουθήσει. Έχει ραντεβού λοιπόν μ’ έναν συγχωριανό του για να του παραδώσει ένα καλάθι να μεταφέρει σε συγγενείς του στο χωριό. Όταν ο Πεπές δεν εμφανίστηκε στο ραντεβού, ο συγχωριανός του ανησύχησε, καθώς κι ένας κλητήρας από τη δουλειά του, επειδή δεν πήγε να πληρωθεί, με συνέπεια να τον αναζητήσουν στο σπίτι του, όπου και ανακάλυψαν το στυγερό έγκλημα.
Το πρώτο σχόλιο του προϊσταμένου της ιατροδικαστικής υπηρεσίας Καψάσκη την ώρα που αντίκρυσε τον άτυχο άντρα, ήταν πως επρόκειτο για «σφαγή», καθώς το θύμα ήταν κατακρεουργημένο με 18 μαχαιριές. Η πόρτα του σπιτιού ήταν κλειδωμένη, κανείς δεν άκουσε τίποτα, στο σπίτι επικρατούσε τάξη και δεν έλειπε τίποτα παρά μόνο το κλειδί και το ρολόι του θύματος. Φυσικά το έγκλημα συζητιέται στα δημοσιογραφικά γραφεία και σύντομα όλες οι υποψίες στρέφονται στην εκδοχή του σεξουαλικού εγκλήματος, μιας που το θύμα βρέθηκε μόνο με τα εσώρουχά του. Δεν αργεί να συνδεθεί και με τον φόνο του Ελληνογάλλου, γνωστού ως Βιλλιέτ, κάποια χρόνια πριν. Επρόκειτο για ανεξιχνίαστο σεξουαλικό έγκλημα με θύμα τον 40χρονο άντρα που σύμφωνα με τις εφημερίδες της εποχής «έδινε χασίς και άλλα διεγερτικά δηλητήρια εις τους επισκεπτόμενους αυτόν σαδιστάς». Ο γνώριμός μας αστυνομικός συντάκτης της εφημερίδας «Ακρόπολις» Θ. Δράκος ξαναφέρνει το επίσης γνώριμό μας από την υπόθεση του Δράκου της Βουλιαγμένης μέντιουμ, Ελένη Κικίδου. Μέχρι τα τέλη Αυγούστου προσάγονται πάνω από 1.000 άτομα. Ο δράστης εντέλει συλλαμβάνεται, όταν πάει να πουλήσει σε ενεχυροδανειστήριο το ρολόι του θύματος. Ο 40χρονος οικοδόμος Μηνάς Χατζηχρήστος, πατέρας πέντε παιδιών, ηλικιών από πέντε έως δώδεκα ετών, αρχικά αρνήθηκε ότι γνώριζε το θύμα, αλλά αναγκάστηκε εντέλει να ομολογήσει ότι ήταν ερωτικοί σύντροφοι και ότι «αναγκάστηκε» να τον σκοτώσει, όταν του ζήτησε να αλλάξουν ρόλους, γιατί θίχτηκε ο ανδρισμός του, εξήγηση που δίνεται κατεξοχήν σε τέτοιου είδους εγκλήματα. Η υπόθεση γίνεται βορά του τύπου που κατασπαράζουν όχι μόνο τον θύτη και το θύμα αλλά και τις οικογένειες, οι οποίες μένουν εκτεθειμένες, καθώς η δίκη δεν γίνεται κεκλεισμένων των θυρών παρά μόνο για μια μέρα, κατά την απολογία του Χατζηχρήστου. Σύμφωνα λοιπόν με τον δράστη, ακολούθησε τον Πεπέ στο σπίτι του. Όταν ο Πεπές ζήτησε την αντιστροφή των ρόλων, αυτός σηκώθηκε να φύγει και ο Πεπές σηκώθηκε και μέσα στο σκοτάδι τού φάνηκε πως τον είδε να πιάνει κάτι. Του επιτέθηκε λοιπόν με το μαχαίρι, το οποίο πήρε μαζί του μαζί με το ρολόι, τα ρέστα από ένα 100δραχμο και το κλειδί. Μαχαίρι και κλειδί πετάχτηκαν παρακάτω σε έναν υπόνομο, ενώ το ρολόι που στοίχιζε 800 δραχμές στάθηκε και η αιτία της σύλληψής του. Η δίκη του πραγματοποιήθηκε τρεις μόλις μήνες μετά και ο Χατζηχρήστος εκτελέστηκε σε εφτά μήνες στην Αίγινα.
Δύο στοιχεία κάνουν την υπόθεση πιο θλιβερή απ’ ό,τι ούτως ή άλλως είναι: ότι κάποια στιγμή ο Εισαγγελέας ζήτησε το κλείσιμο των πυλών ακριβώς λόγω της δημοσιογραφικής ανθρωποφαγίας και, κυρίως, ότι το θύμα προτίμησε να πεθάνει δεχόμενο σε σιωπή 18 μαχαιριές παρά να αποκαλύψει τη «διπλή ζωή» του φωνάζοντας για βοήθεια. Αποδέχτηκε τον θάνατο σαν την αναμενόμενη τιμωρία του σε μια αδιανόητη ενοχή.